Τα περισσότερα τεχνικά άρθρα συνήθως περιγράφουν το σωστό τρόπο εκτέλεσης της σκοπευτικής κίνησης. Πολλές φορές όμως ο αναγνώστης που ψάχνει όχι για επιμόρφωση αλλά για επιβεβαίωση, αναγνωρίζει σε τέτοια άρθρα κάποια πράγματα τα οποία κάνει σωστά και επαναπαύεται, εκτιμώντας ίσως ότι όλη του η προσέγγιση στο θέμα «σκόπευση» είναι σωστή. Γι αυτό το λόγο σ’ αυτό το άρθρο θα το πάρουμε ανάποδα, στην κυριολεξία. Θα απαριθμήσουμε τα 10 κυριότερα σφάλματα της κυνηγετικής σκόπευσης, ξεκινώντας μάλιστα από το λιγότερο σημαντικό - αν κάποιος μπορεί να πει κάτι τέτοιο - και καταλήγοντας στο πλέον σημαντικό. Η αλήθεια είναι ότι όλα τα στοιχεία της επιτυχημένης σκόπευσης αποτελούν μία αλυσίδα, απ’ την οποία η έλλειψη κάποιου κρίκου οδηγεί προκαλεί προβλήματα σε ολόκληρο το μηχανισμό.

10. Απότομες κινήσεις. Η αλήθεια είναι ότι ο άνθρωπος είναι εφοδιασμένος με ένστικτα που τον υπηρετούν κυρίως στην επιβίωση και την αυτοσυντήρηση και ως εκ τούτου θα τα χαρακτηρίζαμε «πρωτόγονα ένστικτα», που μοναχά τους είναι ανεπαρκή για να αντιμετωπίσουν μία νέα πρόκληση. Έτσι όταν ερχόμαστε αντιμέτωποι με μία νέα δραστηριότητα, όπως είναι η σκόπευση ενός κινητού στόχου, το ένστικτο λέει εφ’ όσον είναι γρήγορος ο στόχος ας κινήσουμε γρήγορα και το όπλο. Σε όλα όμως τα αθλήματα, η πρώτη κίνηση που μας έρχεται στο μυαλό να κάνουμε είναι και αυτή που αντενδείκνυται περισσότερο. Όσοι έχουν ασχοληθεί με κάποια αθλήματα κάπως σοβαρά, μαθαίνοντας την τεχνική τους από προπονητή, θα θυμούνται σίγουρα ότι η τεχνική που διδάχτηκαν δεν είχε καμία σχέση με αυτό που είχαν επινοήσει μόνοι τους «ενστικτωδώς». Έτσι και στην κυνηγετική σκόπευση, η αντίδρασή μας στην εμφάνιση του στόχου, δεν πρέπει να είναι απότομη και νευρική, προσπαθώντας να μιμηθεί την ταχύτητα του στόχου, αλλά να είναι ήρεμη και αργή, φαινομενικά ασύνδετη με τη συμπεριφορά του στόχου. Η γρήγορη κίνηση του όπλου «κλέβει» την εστίαση των ματιών από το στόχο, προσκαλώντας τα να κοιτάξουν το όπλο που κινείται νευρικά. Όταν τα μάτια ψάξουν να βρουν το στόχο, είναι πλέον αργά, συν το γεγονός ότι αν το κοντάκι μπει στο μάγουλο με το στόχο ανεστίαστο, το κεφάλι πιθανότατα θα ξανασηκωθεί για να τον δει καλύτερα, προκαλώντας πολλαπλά προβλήματα στην έκβαση της τουφεκιάς.

9. «Ψάξιμο» του στόχου με την κάννη. Σχεδόν συνυφασμένο με το προηγούμενο λάθος είναι και η κακή συνήθεια να προσπαθούμε να στείλουμε την κάννη του όπλου στο στόχο ταυτόχρονα με την εμφάνισή του, πριν καλά-καλά τα μάτια προλάβουν να τον εστιάσουν και πριν το σώμα προλάβει να πάρει μία στοιχειώδη στάση απέναντί του. Το μόνο που καταφέρνουμε με αυτό τον τρόπο είναι να κάνουμε μία κακή επώμιση, με το όπλο να μην ευθυγραμμίζεται με το μάτι, τα μάτια αντί να εστιάζουν το στόχο να κοιτούν τελικά το όπλο και όλα αυτά για να κερδίσουμε υποτίθεται χρόνο, καταφέρνοντας φυσικά ακριβώς το αντίθετο: Να κατασπαταλήσουμε τον λιγοστό χρόνο που μας δίνεται σε πράξεις που μας στερούν τα δύο πολυτιμότερα στοιχεία: Τη σωστή επώμιση και την εστίαση του στόχου. Η σωστή σειρά είναι η εξής: Το σώμα παίρνει μία στοιχειώδη στάση απέναντι στο θήραμα. Τα πόδια ευνοούν την γωνία βολής και ο ώμος «δείχνει» στο ύψος της τουφεκιάς. Ναι, υπάρχει ο χρόνος. Ένας σωστά εκπαιδευμένος κυνηγός τα κάνει αυτά μέσα σε δέκατα του δευτερολέπτου. Ύστερα το όπλο σηκώνεται προς το πρόσωπο ήρεμα ενώ τα μάτια εστιάζουν έντονα το στόχο. Με την ολοκλήρωση της εστίασης, το σώμα έχει ήδη μπει σε κίνηση, ευθυγραμμίζοντας σώμα και όπλο με το στόχο, και η επώμιση τελειώνει σε μισό δευτερόλεπτο επάνω στο στόχο, αναγνωρίζεται και η προσκόπευση και τραβιέται η σκανδάλη. Συνολικός χρόνος, ένα δευτερόλεπτο περίπου.

8. Υπερβολική παρακολούθηση του στόχου με το όπλο επωμισμένο. Το έχουμε δει όλοι και το έχουμε πάθει όλοι. Το θήραμα εμφανίζεται από μακριά δίνοντας μας άπλετο χρόνο για μία «καλοσημαδεμένη» τουφεκιά. Σηκώνουμε το όπλο στον ώμο, «χορταίνουμε» το στόχο μας, χαμογελάμε πονηρά σκεφτόμενοι πόσο εύκολη βολή είναι και αφού ...αδειάσουμε το όπλο μας παρακολουθούμε απορημένοι το θήραμα να φεύγει ανενόχλητο. Τι έχει συμβεί όμως; Πώς μία τόσο εύκολη βολή μετατράπηκε σε ένα τόσο μεγαλειώδες φιάσκο; Αυτό που συνέβη είναι ότι υπερβήκαμε το μέγιστο χρονικό διάστημα που τα μάτια μπορούν να «ανεχτούν» το όπλο επωμισμένο χωρίς να το κοιτάξουν. Αυτός είναι και ο λόγος που οι «μπηχτές» τουφεκιές είναι συνήθως τόσο επιτυχείς, ειδικά για αυτούς που έχουν την κακή συνήθεια να επωμίζουν πάντα γρήγορα. Ο μέγιστος χρόνος που τα μάτια μπορούν να παραμείνουν εστιασμένα στο στόχο με τη ρίγα του όπλου ευθυγραμμισμένη με το μάτι είναι 5 δέκατα του δευτερολέπτου. Ναι, μόλις μισό δευτερόλεπτο. Μπορεί να σας φαίνεται αμείλικτα λίγο και πιθανόν και να είναι, αλλά αν έχει προηγηθεί σωστή επώμιση και εστίαση του στόχου, όχι μόνο φτάνει αυτός ο χρόνος αλλά και περισσεύει. Οι περισσότεροι καλοί σκοπευτές συνήθως τραβούν τη σκανδάλη πολύ πιο νωρίς, εξαντλώντας και τα 5 δέκατα μόνο σε πολύ μακρινές βολές. Πρέπει να αποδεκτείτε το γεγονός ότι μία σωστή τουφεκιά διαρκεί maximum ένα δευτερόλεπτο. Μισό για την επώμιση και έως άλλο μισό για την παρακολούθηση του στόχου και τον πυροβολισμό. Μάθετε πώς και πότε να ξοδεύετε σοφά αυτό το δευτερόλεπτο. Επιλέγετε όπου έχετε τη δυνατότητα, το σημείο και τη στιγμή που θα εκτελέσετε τη βολή, γιατί ύστερα από την εκκίνηση της επώμισης, το χρονόμετρο μετράει αντίστροφα με αδίστακτο ρυθμό.

7. Μεταφορά βάρους στα πόδια. Ένα λάθος τόσο κοινό, που οι περισσότεροι θα εκπλαγούν και μόνο με την επισήμανσή του. Ειδικά αν σκεφτούμε ότι οι περισσότερες κλασικές σχολές κυνηγετικής σκόπευσης συστήνουν το μπροστινό πόδι να έχει μεγαλύτερο ποσοστό βάρους του σώματος από το πίσω. Προσωπικά διδάσκω το ισόποσο ζύγισμα του σωματικού βάρους στα πέλματα, με την απαραίτητη μπροστινή κλίση του σώματος να δίνεται από το κεφάλι και τον ώμο του σκοπευτή. Η κίνηση του σκοπευτή με το στόχο είναι όμοια με αυτήν της βιντεοσκόπησης ενός κινητού αντικειμένου, όπως π.χ. ενός αγωνιστικού αυτοκινήτου. Η κάμερα είναι ακίνητη στο ώμο και στο μάτι του οπερατέρ και το σώμα του κινείται από τη μέση και κάτω, πάνω στις αρθρώσεις των γονάτων και των αστραγάλων. Με αυτό τον τρόπο η κίνηση του σώματος γίνεται υποσυνείδητα, καθοδηγούμενη από τα μάτια, χωρίς συνειδητή ανθρώπινη επέμβαση. Όπως με την κάμερα, έτσι και με το όπλο, αν το σώμα παραμείνει ζυγισμένο και τα μάτια εστιασμένα στο στόχο, η κίνηση είναι απολύτως αρμονική με το στόχο, το όπλο παραμένει σφιχτά στο ζυγωματικό και το μάτι μόνιμα ευθυγραμμισμένο με τη ρίγα του όπλου. Αν μεταφέρουμε βάρος κατά την κίνηση είτε στο ένα πόδι ή στο άλλο, τότε στα όρια του τόξου κίνησης το ένα πόδι χάνει τελείως την πρόσφυσή του και ο εγκέφαλος γνωρίζει ότι εάν συνεχίσει να περιστρέφει το σώμα θα προκληθεί πτώση. Τότε η περιστροφή του σώματος σταματάει και η κίνηση του όπλου προς το στόχο συνεχίζεται με τα χέρια, προκαλώντας ξεκόλλημα του κοντακιού από το ζυγωματικό και αστοχία λόγω πλασματικής εικόνας προσκόπευσης στα μάτια.

6. Κλείδωμα των γονάτων. Όσο κι αν στίψετε το μυαλό σας, δεν θα βρείτε άθλημα που περιέχει κίνηση ή ισορροπία, να απαιτεί τα γόνατα να είναι κλειδωμένα. Το ίδιο και η σκοποβολή σε κινητό στόχο, ή η κυνηγετική σκόπευση αν θέλετε. Δυστυχώς η πολύωρη ορθοστασία κάνει ενστικτωδώς τα γόνατα να κλειδώνουν, αφού αυτό κάνει τη στάση πιο ξεκούραστη, αποφορτίζοντας τους μύες των ποδιών από το στήριγμα του σώματος. Στην κυνηγετική βολή αυτό συνοδεύεται από το πέταγμα των γλουτών προς τα πίσω, το έντονο σκύψιμο του σώματος προς τα μπροστά και την επιφόρτιση της μέσης – στην καλύτερη περίπτωση – για την περιστροφή του άνω κορμού. Η σωστή σκοπευτική περιστροφή γίνεται με το σώμα όρθιο, τον άνω κορμό συμπαγή με το όπλο και όλη την κίνηση να αρθρώνεται με τον κάτω κορμό, με γόνατα κυρίως, λεκάνη και αστραγάλους.

5. Οδήγηση του όπλου με τα χέρια. Ο άνθρωπος τείνει να εμπιστεύεται υπερβολικά πολύ τα χέρια του. Πολλές φορές περισσότερο από τα μάτια του ή ακόμα κι απ’ το μυαλό του. Αν προσθέσουμε και το αγαπημένο θεώρημα των ταχυδακτυλουργών ότι «τα χέρια είναι ταχύτερα των ματιών», τότε καταλήγουμε σε μία καταστροφική συνταγή όσον αφορά τη σκόπευση. Όταν το όπλο οδηγείται στο στόχο με τα χέρια, τότε δημιουργούνται όχι ένα, αλλά δύο προβλήματα: Πρώτον, το κοντάκι ξεκολλάει από το ζυγωματικό, άρα και το μάτι από τη ρίγα του όπλου, καθιστώντας την εικόνα του στόχου / στόχαστρου πλασματική και αναξιόπιστη. Η σκανδάλη τραβιέται σε μία γνωστή και σίγουρη εικόνα και όμως βλέπουμε το θήραμα να συνεχίζει ανενόχλητο την πορεία του. Δεύτερον, τα μάτια δεν μπορούν να οδηγήσουν τα χέρια σε αρμονική κίνηση του όπλου με το στόχο, μπορούν να οδηγήσουν μόνο ένα καλά ισορροπημένο σώμα. Θυμάστε το παράδειγμα με τη βιντεοσκόπηση; Ο οπερατέρ δεν κουνάει τα χέρια του γιατί αυτομάτως θα ξεκολλήσει η κάμερα από το μάτι. Το ίδιο και αυτός που παρατηρεί ένα πουλί π.χ. με τα κυάλια κ.ο.κ. Επιπρόσθετα, υπάρχουν σχολές κυνηγετικής σκόπευσης που δίνουν μεγάλο βάρος στη συνειδητή κατάδειξη του στόχου με το χέρι της πάπιας του όπλου, αμελώντας όμως να προειδοποιήσουν για τα προβλήματα που καραδοκούν ή έστω να τονίσουν εξίσου τις συμπληρωματικές κινήσεις που θα κρατήσουν το υπόλοιπο σώμα εναρμονισμένο με το χέρι που δείχνει το στόχο.

4. Κατέβασμα του κεφαλιού στην επώμιση. Φτάνουμε σιγά σιγά στα «θανάσιμα» αμαρτήματα της κυνηγετικής σκόπευσης. Όσο η λίστα προχωράει προς την ολοκλήρωσή της, τόσο τα λάθη που αναφέρονται έχουν και μεγαλύτερη βαρύτητα. Το ακίνητο κεφάλι είναι ένας από τους δύο χρυσούς κανόνες της σωστής επώμισης. Σε όλες τις δραστηριότητες που απαιτούν ισορροπία (π.χ. ενόργανη γυμναστική), αντίληψη της κίνησης στο χώρο (π.χ. οδήγηση) και σκόπευση (π.χ. μπάσκετ), το ακίνητο κεφάλι είναι βασική προϋπόθεση στη σωστή εκτέλεση. Πόσο μάλλον στη σκόπευση κινητού στόχου που απαιτούνται και τα τρία συστατικά. Ειδικά όμως κατά τη διάρκεια της επώμισης, εάν ταυτόχρονα με το ανέβασμα του όπλου, το κεφάλι κινείται προς τα κάτω για να το συναντήσει, όπως λανθασμένα συνηθίζεται, και η επώμιση δεν γίνεται σωστή, αλλά και κυριότερα, το κεφάλι που κατεβαίνει προς το κοντάκι, είναι καταδικασμένο να ξανασηκωθεί κατά τη διάρκεια της κίνησης προς το στόχο, στέλνοντας το σύνολο των σκαγιών πάνω από το στόχο. Όταν τα χέρια ξεκινούν να σηκώνουν το όπλο προς το ζυγωματικό και τον ώμο, το κεφάλι πρέπει να έχει ήδη λάβει τη θέση του όπως ορίζει η σωστή στάση αναμονής, έτοιμο να υποδεχτεί ακίνητο το κοντάκι.

3. Επώμιση πρώτα στον ώμο. Το παράδοξο είναι ότι η ίδια η λέξη «επώμιση» παροτρύνει το σκοπευτή να κάνει ένα από τα μεγαλύτερα λάθη στην κυνηγετική σκόπευση: Να βάλει το όπλο του στον ώμο. Είμαι σίγουρος ότι σκέφτεστε πως ο αρθρογράφος τρελάθηκε. Δώστε μου όμως λίγο χρόνο να εξηγήσω. Οι περισσότεροι είχαμε την πρώτη μας επαφή με το κυνηγετικό όπλο υπό την επίβλεψη κάποιου «έμπειρου» κυνηγού ο οποίος μας επεσήμανε «σφίξε γερά το κοντάκι στον ώμο σου για να μην σε κλωτσήσει». Ούτε λέξη φυσικά για την επαφή του κοντακιού με το μάγουλο, αφού έτσι κι αλλιώς επρόκειτο μάλλον περισσότερο για μπαλοθιά ως πρώτη επαφή με το λειόκαννο, παρά για σκόπευση. Κάπως έτσι δεν έγινε; Η αλήθεια όμως είναι ότι η επαφή του κοντακιού με τον ώμο θα πρέπει να μας ενδιαφέρει ελάχιστα, ή έστω πολύ λιγότερο από την επαφή του κοντακιού με το ζυγωματικό. Ας σκεφτούμε για λίγο τι σημαίνει επώμιση. Εάν το κοντάκι του όπλου είναι στα μέτρα μας, επώμιση είναι η κίνηση που φέρνει το όπλο στο σημείο από το οποίο το κοντάκι φροντίζει να στείλει το κέντρο της δέσμης των σκαγιών μας εκεί που κοιτούν τα μάτια μας. Αυτό μπορεί να επιτευχθεί μόνο εάν η κάννη του όπλου ευθυγραμμιστεί με το μάτι μας, μέσω της επαφής του κοντακιού με το ζυγωματικό, όχι με τον ώμο. Άσε που η επαφή του κοντακιού πρώτα με τον ώμο, αναγκάζει το κεφάλι να κινηθεί προς τα κάτω για να συναντήσει το κοντάκι, αψηφώντας τον πρώτο χρυσό κανόνα της επώμισης που ανέλυσα προηγουμένως. Η σωστή επώμιση προϋποθέτει το κοντάκι να κουμπώσει πρώτα μέσα στο ζυγωματικό και ύστερα να σφιχτεί στον ώμο, είτε τραβώντας το κοντάκι προς τα πίσω ή εναλλακτικά σπρώχνοντας ελαφρά τον ώμο προς τα εμπρός. Αυτός είναι ο δεύτερος χρυσός κανόνας της επώμισης.

2. Κλείσιμο του ματιού. Αυτό το λάθος είναι προφανώς «πολυτραγουδισμένο» στα άρθρα των περιοδικών και των βιβλίων περί κυνηγίου. Όλοι το έχετε ακούσει, όλοι γνωρίζετε ότι είναι λάθος, αλλά κάποιοι επιμένουν να το αγνοούν ενώ κάποιοι άλλοι τολμούν να επιχειρήσουν να ρίξουν με τα δύο μάτια ανοιχτά, με κάποιους να τα καταφέρνουν και κάποιους άλλους όχι. Δεν μπορεί να γίνει ανάλυση σ’ αυτό το άρθρο για τη σημασία της διόφθαλμης σκόπευσης. Θα αρκεστώ μόνο να σας υπενθυμίσω ότι όλα τα αρπακτικά έχουν τα μάτια τους κοντά το ένα με το άλλο, στο μπροστινό μέρος του κεφαλιού, ώστε με τη συνεργασία και των δύο να μπορούν να υπολογίσουν την ταχύτητα του θηράματός τους και την απόσταση που τα χωρίζει από αυτό, ώστε να συντονίσουν με επιτυχία την επίθεσή τους. Αυτά είναι και τα δύο απαραίτητα στοιχεία της πορείας του θηράματος που πρέπει να γνωρίζει και ο κυνηγός. Ταχύτητα και απόσταση. Και είναι ευνόητο ότι χρησιμοποιώντας ένα μάτι, αυτά είναι αδύνατον να υπολογιστούν. Προσπαθήστε να κλείσετε το ένα μάτι για λίγα δευτερόλεπτα, καθώς οδηγείτε μέσα σε κίνηση. Θα πανικοβληθείτε. Για τον ίδιο λόγο είναι αδιανόητο να περιμένετε να κατανοήσετε τη συμπεριφορά του θηράματος με μονόφθαλμη σκόπευση. Καμμιά φορά συντρέχουν κάποιοι λόγοι που καταστούν τη διόφθαλμη σκόπευση δύσκολη έως αδύνατη, όπως η αντίθετη κυριαρχία των ματιών, αλλά αυτό είναι σχετικά σπάνιο φαινόμενο και επιπλέον είναι αδύνατο να αναλυθεί εις βάθος στο σημερινό άρθρο. Να θυμάστε απλά ότι όταν σκοπεύουμε διόφθαλμα, το όπλο είναι ορατό από την περιφερειακή όραση του ενός μόνο ματιού. Αυτού που είναι πάνω από τη κάννη. Και αυτό μπορείτε να το διαπιστώστε πολύ απλά. Επωμίστε το όπλο σας και ευθυγραμμίστε το μάτι με την κάννη. Κοιτώντας το όπλο και με τα δύο μάτια ανοιχτά, είναι ορατή τόσο η ρίγα του όπλου, όσο και η πλαϊνή πλευρά του. Βλέπουμε ουσιαστικά δύο όπλα. Αυτή είναι και η εικόνα που τρομοκρατεί τους περισσότερους όταν τολμούν να δοκιμάσουν τη διόφθαλμη σκόπευση. Απομακρύνετε όμως ύστερα το βλέμμα σας εστιάζοντας έντονα ένα μακρινό αντικείμενο και «αισθανθείτε» (μην κοιτάξετε) τι απέμεινε από την εικόνα του όπλου. Είναι ακόμα δύο οι εικόνες ή έμεινε μόνο η εικόνα της κάννης; Εάν η απάντηση είναι μόνο η κάννη, τότε μπορείτε άφοβα να σκοπεύετε με τα δύο μάτια ανοιχτά, απολαμβάνοντας τα πλεονεκτήματα της διόφθαλμης σκόπευσης.

1. Κοίταγμα του στόχαστρου. Κάποιοι ίσως απορήσουν. «Πώς είναι δυνατόν το αθώο στιγμιαίο κοίταγμα του στόχαστρου να είναι το νο 1 σκοπευτικό λάθος;» Και όμως είναι. Το στόχαστρο υπάρχει στην άκρη της κάννης μας ως σημείο αναφοράς για την περιφερειακή μας όραση ως προς το πού δείχνει το όπλο. Δεν υπάρχει για να ευθυγραμμίσουμε το μάτι μας με την κάννη κατά την επώμιση ή κατά την βολή. Η αίσθηση του κοντακιού στο ζυγωματικό μας είναι αρκετά σαφής απόδειξη ότι το όπλο έχει ευθυγραμμιστεί με το μάτι μας. Δεν χρειάζεται τίποτα άλλο. Όχι απλά δεν χρειάζεται, αλλά οποιαδήποτε απασχόληση των ματιών με το όπλο, έστω και στιγμιαία ή ακόμα και ακούσια, είναι καταστροφική. Τη στιγμή που τα μάτια θα κοιτάξουν το στόχαστρο, η αρμονική κίνηση του όπλου με το στόχο θα σταματήσει και η τουφεκιά θα πάει πίσω από το στόχο. Ο λόγος είναι πολύ απλός. Από τη στιγμή που τα μάτια κοιτούν κάτι που κινείται (το όπλο), το σταματούν για να το δουν καλύτερα. Πολλοί κυνηγοί πιστεύουν ότι ένα στιγμιαίο κοίταγμα του όπλου είναι «αθώο» και ότι τους βοηθάει είτε να επιβεβαιώσουν ότι έχουν επωμίσει σωστά ή να σιγουρέψουν την εικόνα της προσκόπευσης. Θεωρούν ότι υπάρχει χρόνος να ξαναπάει το βλέμμα στο στόχο. Λάθος, λάθος και λάθος! Βλέπετε, τα μάτια μας δεν δουλεύουν όπως θα θέλαμε να πιστεύουμε ότι δουλεύουν. Κάντε το εξής απλό πείραμα: Εστιάστε ένα μικρό μακρινό αντικείμενο. Ύστερα σηκώστε τον αντίχειρά σας ανάμεσα στα μάτια και το αντικείμενο και κοιτάξτε τον. Η εστίαση σ’ αυτόν γίνεται ακαριαία, σωστά; Το ίδιο και η εστίαση στο στόχαστρο του όπλου. Τώρα ξαναεστιάστε το μακρινό αντικείμενο. Θα προσέξετε ότι αυτό παίρνει σαφώς περισσότερο χρόνο και επιπλέον αφορά ένα σταθερό στόχο, όχι κινητό, όπου η δυσκολία επανεστίασης είναι πολλαπλάσια του σταθερού. Πηγαίνετε μερικές φορές την εστίασή σας από το δάχτυλο στο αντικείμενο και πίσω και θα το δείτε να συμβαίνει ξανά και ξανά. Αυτό συμβαίνει επειδή οι μύες που κινούν τα μάτια για να εστιάσουν είναι πολύ πιο γρήγοροι στη σύγκλιση των ματιών (κοντινή εστίαση) παρά στην απόκλιση των ματιών (μακρινή εστίαση). Τώρα γνωρίζετε ότι και το πιο αθώο ή στιγμιαίο κοίταγμα του στόχαστρου θα στερήσει αμετάκλητα την καθαρή εστίαση του στόχου κατά τη στιγμή της βολής ,οδηγώντας σε βέβαιη αστοχία. Δεν μπορούμε να πετύχουμε κάτι που δεν βλέπουμε.

Αυτά ήταν τα 10 σημαντικότερα λάθη της κυνηγετικής σκόπευσης. Αν κάποιος αναγνώρισε ένα ή και περισσότερα από αυτά στη σκόπευσή του, προτείνω να ασχοληθεί άμεσα με την επίλυσή τους. Η αριθμητική τους κατάταξη στη λίστα δεν σημαίνει απαραίτητα και τη σημασιολογική τους ιεραρχία, αφού ένα από τα δευτερεύοντα λάθη συνήθως οδηγεί σε σοβαρότερα, με αποτέλεσμα την αστοχία. Εάν δυσκολεύεστε να καταπολεμήσετε τις αδυναμίες σας, ζητήστε βοήθεια από κάποιον επαγγελματία δάσκαλο σκοποβολής. Η επίβλεψη και η καθοδήγησή του στη σωστή εκτέλεση της σκόπευσης είναι ο πιο γρήγορος και έξυπνος τρόπος να βελτιωθείτε.

Του Λεωνίδα Μητσιάλη
(δημοσιεύτηκε στο τεύχος Μαρτίου 2013 του περιοδικού Hunter Passion)